μίγμα, φύραμα

μίγμα, φύραμα
barreja

Griechisch-Katalanisch Wörterbuch.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ζύμη — η (AM ζύμη) όξινο φύραμα αλευριού το οποίο, όταν αναμιχθεί με μεγάλη μάζα αλευριού και νερού, προκαλεί τη ζύμωσή της, προζύμι, μαγιά νεοελλ. 1. το μίγμα από αλεύρι και νερό, το ζυμάρι 2. μτφ. το ψυχικό φύραμα κάθε ατόμου, η μάζα τών ψυχικών του… …   Dictionary of Greek

  • ζυμώνω — (AM ζυμῶ, όω, Μ και ζυμώνω) 1. αναμιγνύω αλεύρι ή άλλο αμυλώδες υλικό με νερό, μαλάσσω το μίγμα για να δημιουργηθεί μάζα πηχτή («ζυμώνω ψωμί») 2. αναμιγνύω οποιαδήποτε ύλη με νερό καθιστώντας την πολτώδη («ζυμώνω γύψο») 3. παρασκευάζω μίγμα με… …   Dictionary of Greek

  • ζύμωμα — ζύμωμα, τὸ (Α) [ζυμώ] 1. η ενέργεια τού ζυμώνω, το να παρασκευάζει κάποιος φύραμα από αλεύρι και νερό, η φύραση, το μίγμα 2. βοτ. ο μύκητας ή αμανίτης, το μανιτάρι νεοελλ. στον πληθ. τα ζυμώματα κοινή ονομασία τών ενζύμων* …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”